Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

O ΣΥΡΙΖΑ ΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ

 

Από τη Μέρκελ μέχρι τον Ρέντσι και από τον Ντράγκι μέχρι τον Γιούνκερ, όλοι είναι στο στόχαστρο των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ διαβεβαιώνει, σε κάθε ευκαιρία, τους πολίτες ότι έχει εγκαταλείψει προηγούμενες πολιτικές θέσεις και τώρα είναι σταθερά υπέρ του ευρώ και της προοπτικής της Ελλάδας στην ευρωζώνη. 

Εάν κρίνουμε όμως και από τις παρεμβάσεις των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, συνεχίζεται ένα ανηλεές πολιτικό σφυροκόπημα των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών θεσμών από σκληρές αριστερές θέσεις που εμποδίζει την πολιτική συνεννόηση και προετοιμάζει την ευρωπαϊκή απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ και, φυσικά, της Ελλάδας σε περίπτωση που μετατραπεί το σημερινό δημοσκοπικό προβάδισμα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μελλοντική εκλογική επικράτηση.

Η Μέρκελ στο εδώλιο. Στην αντίληψη των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ η καγκελάριος της Γερμανίας, κ. Μέρκελ, είναι η βασική υπεύθυνη για το Μνημόνιο και τα οικονομικά και κοινωνικά δεινά που συνδέονται με αυτό. Στη Γερμανία η κ. Μέρκελ συνέχισε, εμπλουτίζοντας, την πολιτική του Γκέρχαρντ Σρέντερ και των Σοσιαλδημοκρατών, με αποτέλεσμα να ενισχύσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, να την προστατεύσει από την ευρωπαϊκή ύφεση, να περιορίσει το ποσοστό ανεργίας σε 5%-6% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση ενός ιδιαίτερα αναπτυγμένου κράτους πρόνοιας.

Είναι γνωστό ότι η γερμανική κυβέρνηση δίνει έμφαση στη δημοσιονομική αυστηρότητα, στον έλεγχο του δημόσιου χρέους και την προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών, ενώ οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Γαλλίας διεκδικούν μεγαλύτερα χρονικά περιθώρια για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους και ζητούν από τη γερμανική κυβέρνηση να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις -εφόσον έχει τις δημοσιονομικές δυνατότητες - για να συμβάλει στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας στο σύνολο της ευρωζώνης.
 
Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Μέρκελ έχει πολλούς και ισχυρούς Ευρωπαίους συμμάχους, που θεωρούν ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές που έγιναν στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η εξαφάνιση του δημοσιονομικού ελλείμματος και το ρεκόρ της Γερμανίας σε ό,τι αφορά το εμπορικό πλεόνασμα τους δείχνουν το δρόμο.  

Η Αυστρία, η Ολλανδία και η Φινλανδία ακολουθούν ανάλογη πολιτική, η Ισπανία και η Ιρλανδία, που άφησαν πίσω τους δύσκολες μνημονιακές ή προμνημονιακές καταστάσεις, συνεννοούνται καλά με το Βερολίνο, η Πολωνία ζει το δικό της success story σε στενή συνεργασία με τη Γερμανία, ενώ πρώην ανατολικές χώρες, από τη Λετονία μέχρι τη Βουλγαρία, επενδύουν πολιτικά και οικονομικά στους στενούς δεσμούς με τη Γερμανία.

Οι εύκολες καταγγελίες της Μέρκελ, του μερκελισμού και των «μερκελιστών» από τους ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κερδίζουν κάποιες εντυπώσεις στο εσωτερικό της χώρας μας αλλά δεν κερδίζουν φίλους και συμμάχους μεταξύ των κυβερνήσεων και των κυβερνητικών κομμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αλλωστε, ο ευρωπαϊκός απομονωτισμός του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνεται και από την καταγγελία των κεντροαριστερών κυβερνήσεων, που δεν μπορούν να αντισταθούν στη Μέρκελ, ακολουθούν σε γενικές γραμμές την πολιτική της, δεν έχουν στρατηγική ρήξης με το μερκελισμό κ.λπ.

Ολοι δέσμιοι Η ισοπεδωτική κριτική, με καθαρά αντιευρωπαϊκή λογική, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβάνει και τους πρωταγωνιστές των εξελίξεων σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών. Ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κ. Ντράγκι, «κατηγορείται» ότι δεν ακολουθεί μια αρκετά επεκτατική οικονομική πολιτική και πως δεν φτάνει στην πλήρη ρήξη με το Βερολίνο. Οι περισσότεροι αναλυτές συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι ο Μάριο Ντράγκι υπερασπίζεται την αυτονομία της ΕΚΤ και ανοίγει το βηματισμό του ακολουθώντας μια πορεία που συμβάλλει στην αντιμετώπιση των φαινομένων ύφεσης και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. 

Ακόμη και η πρόσφατη πρωτοβουλία του, που θα επιτρέψει την αύξηση της ρευστότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αντιμετωπίζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα τέχνασμα που αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των τραπεζιτών και την παραμονή της ελληνικής οικονομίας σε πρόγραμμα εποπτείας. Ο εκλεγμένος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Γιούνκερ, «κατηγορείται» και αυτός ότι δεν ορθώνει το ανάστημά του στο Γερμανό υπουργό Οικονομικών, κ. Σόιμπλε, προκειμένου να εξασφαλίσει τη μερική χρηματοδότηση του τριετούς επενδυτικού προγράμματος ύψους 300 δισ. ευρώ, που θα προωθήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη νέα σύνθεσή της, από τα κεφάλαια που διαθέτει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM). 

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Σουλτς, αντιμετωπίζεται σαν πολιτικά επηρεαζόμενος από την κ. Μέρκελ, εξαιτίας της συνεργασίας των Σοσιαλδημοκρατών, από τους οποίους προέρχεται με τους Χριστιανοδημοκράτες σε γερμανικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο. Για να μη μείνει κανένα περιθώριο μελλοντικής συνεννόησης του ΣΥΡΙΖΑ με τους πρωταγωνιστές των εξελίξεων, οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εξαπέλυσαν σκληρές πολιτικές επιθέσεις στον κ. Κατάινεν και τον κ. Ντομπρόφσκις, οι οποίοι θα είναι αντιπρόεδροι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπεύθυνοι για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής και των αρμόδιων επιτρόπων. 

Και οι δύο είναι πρώην πρωθυπουργοί, ο πρώτος της Φινλανδίας και ο δεύτερος της Λετονίας, εφάρμοσαν στις χώρες τους επιτυχημένα προγράμματα προσαρμογής στις νέες συνθήκες και αναπτύσσουν μια νέα πολιτική δυναμική, σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε ηλικία μόλις 43 ετών. Το γεγονός ότι προέρχονται από την Κεντροδεξιά, η οποία, άλλωστε, είναι η ισχυρότερη παράταξη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ανέδειξε τους περισσότερους επιτρόπους από τις τάξεις της, τους μετατρέπει αυτόματα σε στόχους μιας ισοπεδωτικής κριτικής από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και των ευρωβουλευτών του. 

Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι ο κ. Κατάινεν απάντησε σε αυτού του είδους την κριτική τονίζοντας ότι η χώρα του, η Φινλανδία, έχει ένα εξαιρετικά αναπτυγμένο κράτος πρόνοιας, έχει ένα πρωτοποριακό εκπαιδευτικό σύστημα, συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό επί του ΑΕΠ και για να τα συντηρήσει όλα αυτά βελτιώνει συνεχώς το επιχειρηματικό και το οικονομικό κλίμα, διευκολύνει τις επιχειρήσεις και την επενδυτική τους δραστηριότητα και προωθεί τα αναγκαία μέτρα εκσυγχρονισμού και αναδιάρθρωσης της οικονομίας.

Η μάχη των εντυπώσεων.
Η ισοπεδωτική κριτική που ασκούν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στην ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά, στην ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά και τους κορυφαίους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών θεσμών εξυπηρετεί τη μάχη εντυπώσεων που δίνει στην Ελλάδα. Δημιουργείται, μέσω των παρεμβάσεων των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και της αναπαραγωγής των σχετικών ανακοινώσεων στο εσωτερικό, μια στρεβλή εικόνα για την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. 

Για τις ανάγκες του πολιτικού σεναρίου καταργούνται οι οικονομικές και κοινωνικές επιτυχίες των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και, κυρίως, των ευρωπαϊκών λαών, δημιουργείται η εντύπωση ότι ο ευρωπαϊκός συσχετισμός δυνάμεων ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν έχει κυβερνητικές συμμαχίες και σημαντική επιρροή στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ούτε πρόκειται να αποκτήσει με τον τρόπο που κινείται και παρουσιάζονται σαν «λύσεις» ευρωπαϊκού επιπέδου κάποιες προπαγανδιστικές κατασκευές που δεν δεσμεύουν ούτε την πλειονότητα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ

Με βάση την επίσημη κομματική γραμμή δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για το κούρεμα του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου κατά 50%, τον ετεροχρονισμό της εξόφλησης του υπόλοιπου 50% μέχρις ότου αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία, ακόμη και για την παραπέρα μείωση του δημόσιου χρέους μέσω του συμψηφισμού με τις πολεμικές επανορθώσεις και το πολυσυζητημένο κατοχικό δάνειο.
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να συμπεριφέρεται, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σαν ένα σκληρό αριστερό κόμμα του 4%-5%, αλλά, εάν μετατρέψει τη δημοσκοπική του δυναμική σε εκλογική νίκη και σχηματισμό κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, θα συμπαρασύρει την Ελλάδα στη δική του ευρωπαϊκή απομόνωση. Το κόστος θα είναι εξαιρετικά υψηλό για το μέσο πολίτη, ο οποίος θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια νέα πτώση του πραγματικού του εισοδήματος της τάξης του 20%-30%. 

Εφόσον είναι φανερό ότι μια κυβέρνηση Τσίπρα δεν θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές ούτε θα μπορούσε να διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές ένα νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης.
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου