Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΜΕ ΤΟ ΕΛΒΕΤΙΚΟ ΦΡΑΓΚΟ;

 

Μια από τις σημαντικότερες αποφάσεις των τελευταίων ετών, που αφορούν την αγορά συναλλάγματος και κυρίως την ισοτιμία του ελβετικού φράγκου, πήρε πρόσφατα η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB), αιφνιδιάζοντας πλήρως τόσο τις αγορές, αλλά και το ευρωσύστημα και τις νομισματικές αρχές της ΕΕ και των ΗΠΑ. Αυτό που πρακτικά έγινε, είναι η άρση του κατώτατου ορίου της ισοτιμίας του φράγκου με το ευρώ, από το 1,20, το οποίο είχε θεσπιστεί από τον Σεπτέμβριο του 2011, ώστε να προστατευθεί η ελβετική οικονομία από την ύφεση.

Με βάση λοιπόν την συγκεκριμένη απόφαση, υπήρξε μεγάλη πτώση της ισοτιμίας, μέχρι και τα 0,85 φράγκα ανά ευρώ, που σημαίνει τεράστια υποτίμηση του ευρωπαϊκού νομίσματος έναντι του φράγκου. Οι συνέπειες από αυτή την απόφαση, είναι άμεσες τόσο στη νομισματική σταθερότητα της Ευρωζώνης, όσο και στην αποπληρωμή των δανείων που έχουν συναφθεί σε ελβετικό φράγκο με σημαντική επιβάρυνση στο άληκτο κεφάλαιο. Πιο συγκεκριμένα, οφείλουμε να πούμε ότι η περίοδος 2008-2010 ήταν η χρυσή εποχή για στεγαστικά δάνεια σε ελβετικό φράγκο, λόγω της ισοτιμίας αλλά και των χαμηλών επιτοκίων.

Για παράδειγμα, ένα δάνειο ύψους 1 εκατ. ελβετικών φράγκων το 2009, με την ισοτιμία στο 1,48 τότε, ήταν 676.000 ευρώ. Σήμερα το ίδιο δάνειο, αν και αποπληρώνεται κανονικά επί 5 χρόνια, ανέρχεται περίπου σε 1.500.000 ελβετικά φράγκα, διότι στο μεταξύ η ισοτιμία διαμορφώθηκε κάτω από 1,15, μπήκε πλαφόν στο 1,20 το 2011 και κινείται πλέον σε χαμηλά επίπεδα μετά την υποτίμηση του ευρώ. Αυτό πρακτικά σημαίνει σχεδόν τριπλασιασμό του δανειακού κεφαλαίου, αν συνυπολογίσουμε τις δόσεις που έχουν ήδη καταβληθεί.

Το παραπάνω χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποδεικνύει με επώδυνο θα έλεγα τρόπο, ότι όσο ευνοϊκές και αν είναι οι εκάστοτε συνθήκες, όταν έχουμε να κάνουμε με σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, οφείλουν όλοι να είναι πολύ προσεκτικοί, και φυσικά οι εποπτικές αρχές να διασφαλίζουν την πλήρη ενημέρωση και διαφάνεια του καταναλωτικού κοινού. Ο συνδυασμός επιτοκιακού κινδύνου αλλά και συναλλάγματος, καθιστούσε πάντα τα συγκεκριμένα δάνεια αυξημένου ρίσκου και άρα με κίνδυνο εμφάνισης νέων κόκκινων δανείων στο μέλλον, όπως τελικά έγινε και στη χώρα μας, καθώς καμία τράπεζα στον κόσμο, δεν μπορεί να εγγυηθεί υπέρ ενός δανειολήπτη συνδυασμό απωλειών από τις μεταβλητές κινδύνου, πέραν ενός συγκεκριμένου ορίου.

Μάλιστα όσον αφορά την Ελλάδα, το πρόβλημα αφορά περίπου 70.000 δανειολήπτες στεγαστικών δανείων, οι οποίοι όπως αναμενόταν και κατόπιν νομικών οδηγιών, έχουν ως στόχο τη δημιουργία συλλόγου ώστε να διεκδικήσουν την μεταφορά των δανείων σε ευρώ ή σε κάθε περίπτωση να πετύχουν μια ευνοϊκή ρύθμιση που θα κάνει το χρέος τους βιώσιμο. Να υπενθυμίσω σε αυτό το σημείο, ότι το άνοιγμα που έχουν οι ελληνικές τράπεζες από δάνεια σε ελβετικό φράγκο είναι αρκετά μεγάλο και ανέρχεται σε 8,8 δισ. ευρώ.

Απ' όλα τα παραπάνω προκύπτει, πως ένα πρόβλημα το οποίο προκύπτει από εξωγενή παράγοντα, και μάλιστα νομισματικής πολιτικής, δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί από μόνο μία χώρα. Απαιτείται συντονισμένη πολιτική, από την ΕΕ και την ΕΚΤ ώστε να προφυλάσσεται η ευρωζώνη από παρόμοιες μεταβολές συναλλαγματικής πολιτικής. Στα πλαίσια αυτά, είναι και η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ όσον αφορά το ευρύ πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, όπου υπό προϋποθέσεις θα συμμετέχουν και οι ελληνικές τράπεζες, αντλώντας σημαντική ρευστότητα.

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω μια πρόταση, για την αντιμετώπιση παρόμοιων φαινομένων, ιδίως για το θέμα της Ελβετίας, για την αποφυγή νομισματικών κρίσεων. Μήπως ήρθε η ώρα η Ελβετία να ενταχθεί στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ERM), που αποτελεί τον προθάλαμο της ευρωζώνης; Με αυτόν τον τρόπο, εναρμονίζονται οι πράξεις νομισματικής πολιτικής και αποκτά αυξημένη εποπτεία η ΕΚΤ προς τις ελβετικές αρχές, διασφαλίζοντας τόσο ρευστότητα στην ΕΕ αλλά και αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικότερα φαινόμενα ύφεσης και αποπληθωρισμού.
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου