Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

 

Η κυβέρνηση ξαναέβαλε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το μέτρο της επιβολής ενός τέλους-φόρου επί των τραπεζικών συναλλαγών, στην προσπάθειά της να καλύψει μέρος του δημοσιονομικού κενού που υπάρχει έως το 2018.

Στο συγκεκριμένο μέτρο έχουν ήδη εκφράσει την αντίρρησή τους οι εκπρόσωποι της τρόικας, ενώ αντιδράσεις υπάρχουν και στο εσωτερικό της χώρας, καθώς αρκετοί θεωρούν ότι δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο. Στις συζητήσεις των προηγούμενων ημερών μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών για το πώς θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό έως το 2018, το οικονομικό επιτελείο πρότεινε να επιβληθεί φόρος στις τραπεζικές συναλλαγές.

Η Αθήνα καλείται να εντοπίσει μέτρα της τάξης του 3% του ΑΕΠ ή των περίπου 5,5 δισ. ευρώ έως το 2018. Το ποσό αυτό θα πρέπει να προέλθει κατά: 1% του ΑΕΠ (περίπου 1,8 δισ. ευρώ) από τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, 1% του ΑΕΠ από τις αλλαγές στη φορολογία εισοδημάτων και 1% από άλλες παρεμβάσεις που χαρακτηρίζονται «μη παραμετρικές».

Η κυβέρνηση, στο πλαίσιο του προσδιορισμού των μη παραμετρικών μέτρων, πρότεινε την επιβολή του τέλους επί των τραπεζικών συναλλαγών. Προκειμένου να καλυφθεί το 1% των μη παραμετρικών μέτρων, η κυβέρνηση δεν έχει πολλές επιλογές. Γι’ αυτό και επανέφερε την πρόταση για την επιβολή του φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές.

Ωστόσο, οι εκπρόσωποι της τρόικας θεωρούν ότι στην παρούσα συγκυρία μια τέτοια κίνηση θα έβλαπτε το τραπεζικό σύστημα, την ώρα που μόλις έχει ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Παράλληλα, παράγοντες που γνωρίζουν τις συζητήσεις των δύο πλευρών αναφέρουν ότι, για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο χωρίς να υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις, θα πρέπει να συνδεθεί με τις ηλεκτρονικές πληρωμές.

Δηλαδή, να μην αφορά τις συναλλαγές που γίνονται με πλαστικό χρήμα ή ηλεκτρονικό τρόπο, αλλά να επιβάλλεται μόνο σε εκείνες που πραγματοποιούνται με φυσικό χρήμα. Και αυτό για να λειτουργήσει ως κίνητρο χρήσης του πλαστικού χρήματος κυρίως και όχι για εισπρακτικούς λόγους. Κάτι τέτοιο, όμως, απαιτεί χρόνο, καθώς ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί το σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών. 

Ταυτόχρονα, αποτελεί ένα σίγουρο μέτρο, υπό την έννοια ότι θα αποδώσει στα κρατικά ταμεία τα έσοδα που θα προβλεφθούν και κατ’ επέκταση θα μπορέσει με αξιόπιστο τρόπο να καλύψει το δημοσιονομικό κενό που υπάρχει. Στο μέτωπο της φορολογίας, κυβέρνηση και δανειστές συνεχίζουν να έχουν μια διαφορά της τάξης των 250-300 εκατ. ευρώ. 

Οι ελληνικές προτάσεις για τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος αποφέρουν στον κρατικό προϋπολογισμό περί τα 600-650 εκατ. ευρώ, ενώ η πρόταση της τρόικας διασφαλίζει έσοδα της τάξης των 900 εκατ. ευρώ. Σήμερα, οι δύο πλευρές έχουν νέα συνάντηση για το θέμα της κάλυψης του δημοσιονομικού κενού και κυρίως για τα νέα φορολογικά μέτρα που θα πρέπει να αποφασιστούν

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου