Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

ΤΟ BREMAIN ΤΙ ΔΕΝ ΕΠΙΛΥΕΙ

 

Τι θα αλλάξει στην Ε.Ε από την παραμονή της Βρετανίας; 
Με αλλεπάλληλες δηλώσεις τους, οι Ευρωπαίοι έχουν καταστήσει σαφές ότι το ενδεχόμενο του Brexit θα οδηγούσε σε συνολικότερη κρίση τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο.

Ωστόσο, τα τελευταία 24ωρα, αυτά ακριβώς κατά τα οποία ενισχύονται δημοσκοπικά οι πιθανότητες παραμονής της Βρετανίας στην Ε.Ε., πληθαίνουν όσοι παραδέχονται ότι σε κάθε περίπτωση το τοπίο στην Ευρώπη θα παραμείνει εξίσου αντιφατικό, οι διαιρέσεις ενεργές και η ανάγκη αλλαγής πορείας επιτακτική, ακόμη και αν δεν προκύψει το απευκταίο Brexit.

Οι επισημάνσεις του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk ότι, ανεξαρτήτως βρετανικού αποτελέσματος, η Ε.Ε. "πρέπει να μεταρρυθμιστεί” για να οχυρωθεί απέναντι στον εντεινόμενο ευρωσκεπτικισμό, η δήλωση του Wolfgang Schaeuble ότι η "Ευρώπη πρέπει να αλλάξει”.

Eιδάλλως οι πολίτες θα θεωρήσουν ότι η πολιτική ελίτ "δεν κατάλαβε τίποτε”, η προτροπή του Γάλλου επιτρόπου Οικονομικών Pierre Moscovici για περισσότερο αποφασιστικά βήματα στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η γλαφυρή αποστροφή του Ιταλού πρωθυπουργού Matteo Renzi στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης.

Ότι η Ενωμένη Ευρώπη ή θα αλλάξει ή θα πάψει να υπάρχει παραπέμπουν στη διαπίστωση του ίδιου προβλήματος. Ωστόσο, είναι πολύ συζητήσιμο αν οι ανωτέρω έχουν κατά νού τις ίδιες λύσεις. Η μία δυνατή κατεύθυνση είναι αυτή της εμβάθυνσης της ολοκλήρωσης. 

Η περσινή έκθεση των "5 Προέδρων” (δηλ. των επικεφαλής της Κομισιόν Jean-Claude Juncker, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk, του Eurogroup Jeroen Dijsselbloem, της ΕΚΤ Mario Draghi και του Ευρωκοινοβουλίου Martin Schultz) θέτει το περίγραμμα αυτής της εμβάθυνσης: τραπεζική ένωση.

Δημοσιονομική ένωση, αυστηρότερη επίβλεψη των ευρωπαϊκών προϋπολογισμών, αλλά και ισχυρότερα εργαλεία δημοσιονομικής παρέμβασης, ώστε να αποφεύγονται ανισορροπίες και κρίσης, ενισχυμένος ρόλος των κοινοτικών θεσμών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, λειτουργία της Ευρωζώνης ως περισσότερο συμπαγούς συνόλου.

Λίγο πολύ στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν οι δηλώσεις των "Πέντε Προέδρων” τις τελευταίες μέρες, οπότε η μεγαλύτερη ενοποίηση των "27” προκαταβολικά προβλήθηκε ως η αναγκαία απάντηση στο ενδεχόμενο σοκ του Brexit.

Μόνο που ο Wolfgang Schaeuble είχε φροντίσει να διαφοροποιηθεί – με συνέντευξή του στο περιοδικό Der Spiegel όπου επικαλούμενος το θεμιτό πολλών βρετανικών επικρίσεων αντέτεινε την προοπτική της "επανεθνικοποίησης” αρκετών τομέων πολιτικής.

Ο λόγος απλός: για τη γερμανική πλευρά, "περισσότερη ενοποίηση” σε αυτή τη φάση σημαίνει "αμοιβαιοποίηση ρίσκου” και εντέλει "μεταβιβαστική ένωση”, όπερ συνιστά ανάθεμα για το Βερολίνο. Η γερμανική κυβέρνηση έχει κάνει σαφές ότι θα αντισταθεί σε κάθε τέτοιο βήμα, προκρίνοντας ένα μοντέλο "κοινών κανόνων”, ενισχυμένων μηχανισμών επιτήρησης και θεσμοθετημένων δημοσιονομικών "φρένων”.

Αλλά όχι ενίσχυση του πραγματικού συντονισμού των οικονομικών πολιτικών. Ακόμη και η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης που έκρινε συμβατό, υπό προϋποθέσεις, με τη γερμανική έννομη τάξη το πρόγραμμα OMT, ήτοι την ευρωπαϊκή εκδοχή "ποσοτικής διευκόλυνσης” εκ μέρους της ΕΚΤ, με την προσδοκία της απόδρασης από τις υφεσιακές πιέσεις, δεν είναι παρά επιβεβαίωση του αναπαλλοτρίωτου χαρακτήρα της γερμανικής εθνικής κυριαρχίας.

Αυτό ακριβώς συνιστά σήμερα το βασικό "υπαρξιακό” ερώτημα της Ε,Ε., το οποίο προσωρινά μόνο επισκιάστηκε από το βρετανικό δημοψήφισμα: το ότι δηλ., εξαιτίας των γερμανικών επιλογών (και εμμονών), αυτό που ουσιαστικά προτείνεται σήμερα στα υπόλοιπα κράτη - μέλη είναι η αποδοχή όλων των αρνητικών επιπτώσεων της εκχώρησης όψεων της εθνικής κυριαρχίας (από την αποδοχή δημοσιονομικών κανόνων που διαμορφώνουν υφεσιακό φαύλο κύκλο και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Που γεννούν τα θηριώδη γερμανικά πλεονάσματα, μέχρι την βαθύτερη κρίση πολιτικής νομιμοποίησης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος), χωρίς κανένα από τα πλεονεκτήματα μιας ομοσπονδιακής δομής, όπως θα ήταν ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών ή η κατανομή των δαπανών με όρους διόρθωσης των περιφερειακών ανισοτήτων.

Προφανώς και θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι μια σύμπραξη των λοιπών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων θα δημιουργούσε πίεση στη γερμανική πλευρά, όμως τα τελευταία χρόνια αποδείχτηκε ότι η φορά των πιέσεων εντός Ευρώπης είναι μάλλον μονόδρομη.

Σε αυτό το τοπίο, μπορεί κανείς να κάνει την υπόθεση ότι τυχόν επικράτηση του Brexit, με όλο το συμβολικό αλλά και πραγματικό κόστος που θα έχει, θα σημάνει ότι οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες που επιθυμούν μεγαλύτερη εμβάθυνση θα προσπαθήσουν να αδράξουν την ευκαιρία για τομές σε αυτή την κατεύθυνση - προκαλώντας όμως έτσι την γερμανική αντίδραση.

Σε αυτή την περίπτωση η υπόθεση της ευρωπαϊκής ενοποίησης θα εισέλθει σε μια ακόμη φάση αμηχανίας και παρατεταμένης συζήτησης χωρίς αποτέλεσμα, την ίδια ώρα που η δυσπιστία των πολιτών θα εντείνεται, κοινωνικές ρωγμές (σαν τις γαλλικές απεργιακές κινητοποιήσεις.

Που ακόμη δεν έχουν υποχωρήσει) θα πολλαπλασιάζονται, και τα δημοσιονομικά προβλήματα θα απειλούν να ανοίξουν νέες ατραπούς κρίσης - ιδίως εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για νέο υφεσιακό κύκλο στην παγκόσμια οικονομία.

Το στρατόπεδο του Bremain ετοιμάζεται για νέα επαναδιαπραγμάτευση.
Τυχόν αποφυγή του Brexit δεν οδηγεί αυτόχρημα στην απόκρουση των παραπάνω ρίσκων – ίσως μόνο στην αναβολή της εκδήλωσής τους. Και αυτό διότι τα δομικά προβλήματα της Ε.Ε. κατεξοχήν σχετίζονται με την θεσμική και δημοσιονομική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης.

Άλλωστε η παραμονή της Βρετανίας στην Ε.Ε., με το αντίτιμο των εκτεταμένων αυτεξαιρέσεων που επαναδιαπραγματεύτηκε ο Βρετανός πρωθυπουργός David Cameron, στην πραγματικότητα ακυρώνει εκ των πραγμάτων την ίδια την έννοια της εμβάθυνσης και ανοίγει το δρόμο για μεγαλύτερη αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου.

Ήδη μάλιστα η Βρετανίδα υπουργός Εσωτερικών Theresa May (υποστηρίκτρια του Bremain και επίδοξη διάδοχος του Cameron) δήλωσε, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει το ακροατήριο των Συντηρητικών ότι η βρετανική προεδρία στην Ε.Ε. το δεύτερο εξάμηνο του 2017 θα αξιοποιηθεί για μια νέα, συνολική αναδιαπραγμάτευση της μεταναστευτικής πολιτικής των "28”.

Συνεπώς, το κρίσιμο ερώτημα την επαύριο του βρετανικού δημοψηφίσματος θα είναι αν θα ανοίξει η πραγματική συζήτηση για το μέλλον της Ένωσης ή αν θα τηρηθεί το οιονεί "ευρωπαϊκό κεκτημένο”.

Που θέλει τα ουσιώδη ερωτήματα να διατυπώνονται μετωνυμικά γύρω από δευτερεύουσες πτυχές και η απάντησή τους, με τη σειρά της να μετατίθεται στο μέλλον - εν μέσω, πάντοτε, όρκων πίστης στο "κοινό ευρωπαϊκό σπίτι”, που όμως θα ακούγονται όλο και περισσότερο ως ευχολόγιο παρά ως δέσμευση.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου