Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

ΤΟ ΜΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ


29 Αυγούστου 2004. Θα ‘ταν δε θα ‘ταν 8 η ώρα. Το σούρουπο ήταν στα σκαριά. Άλλες μέρες γινόταν χαμός στη γειτονιά. Παιδικές φωνές, μαλώματα συζύγων, βογγητά παππουδογιαγιάδων. Οι γνωστοί ήχοι κάθε χωριού το καλοκαίρι. Όμως τότε κανείς. Λες κι έπεσε ελονοσία και τους θέρισε όλους. Μονάχα ανοιχτά παράθυρα και κόσμος στα μπαλκόνια με ένταση των τηλεοράσεων στο τέρμα υπήρχαν. Κι εκεί που ‘χα ξεχάσει τι συνέβαινε, άκουσα ένα μεγάλο φύσημα και μια «Καλή αντάμωση» και τότε θυμήθηκα: Θα ‘σβηναν μια φλόγα και θα γινόταν στην Αθήνα του Κουτρούλη ο γάμος. Σαν χθες ήταν. Και δεν έφτανε η απερίγραπτη χαρά των Αγώνων, που μας έκαναν εθνικά υπερήφανους και ηθικά εξαγνισμένους, αλλά ήρθαν κι έργα, υποδομές... 

Μάλιστα. Χαμός! Τα ‘λεγα στους άλλους στο χωριό και δε με πίστευαν, ώσπου τους έδειξα το σουβενίρ εισιτήριο απ’ τα διόδια της γέφυρας του Αντιρρίου. Ήθελε η μάνα σου να πάει να δει την πρώτη της ξαδέρφη που γέννησε. Και τι κατάλαβε; Ύστερα χώρισε, της πήρε ο άντρας της το παιδί λόγω ακαταλληλότητας και πήγαν στο βρόντο και τα λεφτά και η γέφυρα. Τις άλλες φορές, όποτε περνούσα, έπαιρνα το πλοίο και έβγαζα τη γέφυρα φωτογραφία. Και τα διόδια ασφαλώς.

Ύστερα, η ιστορία άλλαξε πάλι δυο-τρεις σελίδες κι έφτασε στο κεφάλαιο: «εθνική σωτηρία». Υπήρχαν λεφτά, και μάλιστα πολλά! Κι ας έλεγαν «οι άλλοι» ό,τι ήθελαν. Σκευωρίες και τεχνάσματα... Ναι! Και κόσμος πολύς υπήρχε που πίστεψε στα λεφτά αυτά. Στον Θεό είχε μείνει λίγο χώρος στην άκρη, για να πιστέψει κανείς. Κάποια στιγμή θα τον θυμόνταν κι Αυτόν. Όταν θα ‘καναν τον σταυρό τους, θαυμάζοντας την εθνική μας υποτέλεια σε ανταπόκριση από το Καστελόριζο. Η αντιμετώπιση της κρίσης με την υποδοχή της διεθνούς επίβλεψης από τους Ευρωπαίους εταίρους και αδερφούς είχε ξεκινήσει από την τουριστική προώθηση των νησιών μας. Το βασικό όμως και κρυφό νόημα ήταν όχι η διαφήμιση στους λαίμαργους για ήλιο τουρίστες, αλλά στους πεινασμένους για χρήμα δανειστές.

Κι ενώ δεν μπορούσα να χωνέψω τι συνέβαινε, πώς ήρθαν έτσι τα πράγματα άνω – κάτω σε μια τόσο υγιή πολιτικά και οικονομικά κοινωνία, συνειδητοποίησα παράλληλα ότι δεν ήξερα το νόημα της αληθινής χαράς. Πήρες το πτυχίο σου κι έγινες και με τη βούλα επιστήμονας. Η ανάπτυξη ήταν προ των πυλών. Έτσι μας διαβεβαίωνε ο νεαρός μας πρωθυπουργός, όσο κι αν προσπαθούσε ο βάρβαρος απόγονος του Αδόλφου από τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πείσει για το αντίθετο.

Ήταν Κυριακή του Θωμά, όταν έχασα τη μητέρα σου. Το θυμάσαι; Μη δακρύζεις. Δεν θα το ‘θελε. Τι κι αν έμεινες με το πτυχίο; «Το κύρος είναι πιο βαρύ απ’ το χρήμα, κι ας μην μπορείς να το ξοδέψεις.». Έτσι έλεγε ο πατέρας μου. Μα το κύρος δε σε κάνει κύριο στους έξω, παρά μόνο στους μέσα. Και τότε σε κέρδισε το εξωτερικό και σε ‘χασε η χώρα σου. Κι εγώ. Λιγάκι, όχι πολύ. Να μέχρι να στεγνώσει αυτό το δάκρυ που μόλις πέφτει, είχες γίνει ανάμνηση στην καρδιά μου, γιατί πλέον μόνο μ’ αυτή σκεφτόμουν. 

Τα μυαλά μου τα ‘χαν πάρει οι άλλοι στο σκλαβοπάζαρο των ιδεών τους. Κοψοχρονιά, μη φανταστείς. Και, πλέον... Να ‘σαι πάλι δω, για να σε δω. Να σου ζητήσω συγγνώμη που σε ‘φερα σε έναν πλαστικό κόσμο. Εφόδια μη ζητάς. Τα φτερά του Ίκαρου θα σου δώσουν. Με ένα ίσως πια θα σε χαιρετίσω και θα σβήσω το φεγγάρι, γιατί ντρέπομαι να αντικρίζω τις σκιές των ενοχών μου.Αθήνα, κάποια στιγμή στο μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου